Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014

Η Επιστημονική Έκθεση Δασούλα για το Μουσείο Προβιομηχανικού Πολιτισμού στο Μέτσοβο



Το Ξυλεργοστάσιο του Ιδρύματος Βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα, που θα διαμορφωθεί σε Μουσείο

Με την υπ’ αριθμό 1717/443/12 απόφαση του υπουργείου Ανάπτυξης στις 29 Μαρτίου 2012, εντάχθηκε στο επιχειρησιακό πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα και Επιχειρηματικότητα» η προτεινόμενη, από τον Δήμο Μετσόβου, δημιουργία «Μουσείου Προβιομηχανικού Πολιτισμού και Τουριστικής Προβολής Μετσόβου».

Προβλέπεται να εγκατασταθεί εκεί όπου σήμερα οι εγκαταστάσεις του Ξυλουργείου του Ιδρύματος Τοσίτσα,  που παραχώρησε στον Δήμο και τον συγκεκριμένο χώρο.

Στις 2 Ιανουαρίου 2014, η εταιρεία «ΡΟΪΚΟΣ ΑΕ», ανακοίνωσε την ανάληψη εκπόνησης σχετικής Μελέτης, ενώ από τον Ιούλιο του 2013, έχει ήδη κατατεθεί σχετική επιστημονική έκθεση του Φάνη Δασούλα στον Δήμο Μετσόβου, αναφορικά με την δημιουργία του Μουσείου.

Αυτή λοιπόν ακριβώς την επιστημονική έκθεση φέρνουμε στην δημοσιότητα ενόψει και των όποιων εξελίξεων έχουμε πάνω στο σημαντικό αυτό θέμα.

Η επιστημονική έκθεση του Μετσοβίτη  Φάνη Δασούλα, Διδάκτορα του τμήματος Ιστορίας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων:

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ - ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ  

     Η προβιομηχανική κοινωνία του Μετσόβου, στην διάρκεια της αδιάλειπτης, σχεδόν χιλιετούς, παρουσίας της στο χώρο της Πίνδου ανέπτυξε ένα από τα πιο ολοκληρωμένα συστήματα οικονομικής διαχείρισης του ορεινού χώρου. Η επιστημονική έρευνα κατάδειξε ότι έως και τα μέσα του 20ου αιώνα τόσο στον χώρο του οικισμού όσο και στο απόλυτα ορεινό ανάγλυφο που τον περιβάλει, οι κάτοικοι της ορεινής πολίχνης ασκούσανε μία πολύμορφη αγροτική - βιοτεχνική δράση. Αυτή περιλάμβανε όλο το φάσμα των παραγωγικών συστημάτων που ανέπτυξαν κατά την διάρκεια των αιώνων οι κοινωνίες της Πίνδου.

     Η οικονομική δυναμική αυτών των συστημάτων, καθορισμένη από ιδιάζοντες πολιτισμικούς και ιστορικούς παράγοντες, καθιστά τους κατοίκους του Μετσόβου όχι απλά φορείς των ανώτερων συστημάτων αλλά και συντελεστές μίας διαρκούς εξέλιξής τους. Δεν είναι τυχαίο που το Μέτσοβο αποτελεί μοναδική περίπτωση ορεινού οικισμού όπου η μετάβαση στη σύγχρονη βιομηχανική εποχή δεν επιφέρει αποδιάρθρωση των παραδοσιακών παραγωγικών συστημάτων και κατά συνέπια και της κοινωνίας του όπως συνέβη στον υπόλοιπο ορεινό χώρο της Ελλάδας. Αντίθετα καταγράφεται εδώ μία μοναδική προσπάθεια μετεξέλιξης των παραδοσιακών παραγωγικών συστημάτων σε βάση μίας σύγχρονης οικονομικής ανάπτυξης καθιστώντας έτσι τον οικισμό πρότυπο για την ανάπτυξη του ορεινού χώρου. 

   Η εκτροφή ζώων, η τυροκομία, η μεταποίηση του ξύλου, η οινοποίηση, η προσφορά τουριστικών υπηρεσιών, καθώς και άλλοι κλάδοι αιχμής για την σημερινή οικονομία του οικισμού δομήθηκαν ως δραστηριότητες πολλούς αιώνες πριν, στα δάση, τους βοσκοτόπους, τις κοιλάδες, και τα χάνια της περιοχής.

    Οι ανωτέρω οικονομικές – πολιτισμικές διεργασίες συνιστούν σήμερα ένα πολιτισμικό πλούτο ο οποίος τεκμηριώνεται τόσο στις αφηγήσεις των παλαιοτέρων όσο και από ένα  ευρύτατο φάσμα αντικειμένων και εργαλείων που διασώζονται στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις του οικισμού. Η σύγχρονη οικονομική πορεία στου οικισμού έχει καταστήσει αυτή τη, μοναδική για την ιστορία ορεινού χώρου, οικονομική και τεχνολογική εξέλιξη παρελθόν. Η συνειδητοποίηση της επερχόμενης απώλειας, έχει θέσει την τοπική κοινωνία σε μία διαδικασία κινητοποίησης ώστε να καταγραφεί και να διασωθεί οποιοδήποτε στοιχείο θα τεκμηριώνει την συγκεκριμένη ιστορική διεργασία. Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας αναπτύχθηκε η ιδέα δημιουργίας ενός «Μουσείο Προβιομηχανικής Τεχνολογίας ».

ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΙΔΡΥΣΗΣ ΤΟΥ «ΜΟΥΣΕΙΟΥ »

     Ο όρος «μουσείο» αποτελεί στην περίπτωση μας μία συμβατική έκφραση δεδομένου ότι, ο χώρος όπου θα διενεργηθεί η παρουσίαση στοιχείων που θα τεκμηριώνουν την συγκεκριμένη πολιτισμική διαδικασία, δεν θα συγκροτηθεί ως μία συμβατική έκθεση αντικειμένων, εργαλείων, και άλλων στοιχείων ενός παρελθόντος υλικού βίου.

Η επιστημονική διερεύνηση έχει ήδη καταστήσει κατανοητό ότι, στον κόσμο των ορεινών κοινωνιών, οι τεχνικές γνώσεις και οι επιμέρους εξειδικεύσεις τους, συνιστούσαν βασικό παραγωγικό συντελεστή της οικονομικών τους συστημάτων. Βάση αυτής της αντίληψης η ανάδειξη στοιχείων της οικονομικής –τεχνολογικής ιστορίας του ορεινού κόσμου που θα επιχειρηθεί στο υπό ίδρυση μουσειακό χώρο επιχειρεί την κάλυψη ενός σημαντικού επιστημονικού κενού στο πεδίο της ανθρωπολογικής μελέτης του Ελλαδικού χώρου.

Στη τεράστια εσωτερική (500μ2) και αντίστοιχα εξωτερική έκταση που διατίθεται για το υπό ίδρυση μουσειακό χώρο θα επιχειρηθεί μία πολυθεματική ιστορική εμβάθυνση στον υλικό βίο, την τεχνογνωσία καθώς και τα τεχνικά και παραγωγικά συστήματα, των κοινωνιών της Πίνδου.

Κεντρικός άξονας αυτής της προσπάθειας είναι η ανάδειξη της τεχνολογικής ιστορίας των βουνών. Η μοναδικότητα αυτής της « παράθεσης»  έγκειται στο γεγονός ότι θα δημιουργηθεί για πρώτη φορά ένας μουσειακός χώρος όπου ο επισκέπτης θα πληροφορείται αναφορικά με τις διαστάσεις του  παραγωγικού, τεχνολογικού και τεχνικού υπόβαθρου που διέθεταν οι ορεινοί πληθυσμοί της Ελλάδας. Επιπλέον μέσα από αυτή την παράθεση ο επισκέπτης θα καθίσταται κοινωνός μίας σημαντική πτυχής της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας. Αυτή αφορά την οικονομική δράση των ορεινών πληθυσμών της κατά την οθωμανική περίοδο.

Η σημαντικότητα αυτής της προσέγγισης γίνεται απόλυτα κατανοητή αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι η δυναμικότητα της οικονομικής δράσης των ορεινών πληθυσμών του ελλαδικού χώρου και ειδικά της Πίνδου κατά τη οθωμανική περίοδο αποτέλεσαν έναν από του πυλώνες επανένταξης του ελληνισμού στον οικονομικό ό χώρο της Ανατολικής  Μεσογείου. Αυτό το γεγονός είχε καταλυτική σημασία για την εθνική του αναγέννηση και ολοκλήρωση. 

    Θα πρέπει επίσης να έχουμε υπόψη ότι δίπλα από το κτίσμα του υπό ίδρυση «μουσειακού χώρου» εδράζεται το ΜΕ.Κ.Δ.Ε (Μετσόβιο Κέντρο Διεπιστημονικής Ερευνας ) του Ε.Μ.Π. 

Σκοπός της λειτουργίας του είναι η ανάληψη και εκπόνηση ερευνών και μελετών διεπιστημονικού χαρακτήρα στα πεδία ολοκληρωμένης ανάπτυξης και προστασίας του ορεινού περιβάλλοντος καθώς και η μεταπτυχιακή εκπαίδευση φοιτητών σε αυτό το αντικείμενο.

Επίσης στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του είναι και η συνεργασία με επιστημονικούς, ερευνητικούς, κοινωνικούς και πολιτισμικούς φορείς και δίκτυα της Ελλάδας και του εξωτερικού και η διοργάνωση διεπιστημονικών διαπανεπιστημιακών συνεδρίων.

Η δηλωμένη πρόθεσή του ανωτέρω ιδρύματος να συνεργαστεί με το υπό ίδρυση «μουσειακό φορέα» προσφέροντας την επιστημονική και συνεδριακή του υποδομή μπορεί να καταστήσει τον υπό ίδρυση φορέα βάση ερευνητικών δραστηριοτήτων και  συνεδριακών εκδηλώσεων  με άξονα την ιστορική διερεύνηση της οικονομικής δράσης  των κοινωνιών του ορεινού χώρου.  

     Συνοψίζοντας τα όσα αναπτύχθηκαν παραπάνω μπορούμε να προσδιορίσουμε τον  βασικό σκοπό του  υπό ίδρυση «μουσειακού χώρου» . Αυτός είναι ο κάθε επισκέπτης του  να σχηματίσει μία ολοκληρωμένη αντίληψη αναφορικά με :

α. την  τεχνική –τεχνολογική κατάρτιση και εξέλιξη των κοινωνιών της Πίνδου και εν γένει του ορεινού χώρου κατά την  προβιομηχανική περίοδο

β. τα παραγωγικά συστήματα του ορεινού χώρου και του ρόλου τους  στην οικονομική  ιστορίας της νεότερης Ελλάδας. 

γ. τις τεχνικές και οικονομικές παραμέτρους της μετάβασης των ορεινών κοινωνιών της Ελλάδας στην βιομηχανική εποχή.

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΟΜΗ 

    Η γνωστική - εκπαιδευτική και εν γένει πολιτισμική λειτουργία του υπό ίδρυση μουσειακού χώρου καθορίζουν και τον τρόπο  οργάνωσής του  Αυτή θα βασίζεται στις συναρτήσεις  μεταξύ των  τεχνικών και παραγωγικών συστημάτων  καθώς και στην ανάδειξη των ιστορικών και  οικονομικών τους διαστάσεων  γεγονός  που προσδιορίζει τόσο την  θεματική του διάταξη όσο και την παρουσίαση της κάθε  ενότητας.

Συνεπώς τα υπό παρουσίαση υλικό δεν θα συμπεριλαμβάνει μόνο συλλογές των αντικειμένων που έχουν διασωθεί  αλλά επιπλέον και ένα  πλούσιο πληροφοριακό υλικό. Αυτό θα βασίζεται στην ανάπλαση μηχανισμών και εργαλείων, σε φωτογραφικό, ψηφιακό υλικό όπου θα εμφανίζονται οι φυσικοί χώροι λειτουργίας των παραγωγικών συστημάτων, σε χάρτες όπου θα τονίζονται οι γεωγραφικές, κλιματολογικές, υψομετρικές και περιβαλλοντολογικές διαστάσεις της ορεινής οικονομίας καθώς και στη συλλογή έγγραφων ντοκουμέντων αναφορικά με τις οικονομικές δράσεις και συναλλαγές του πληθυσμού καθώς και μία συλλογή σχετικής βιβλιογραφίας.  

Η διάταξη των εκθεμάτων.

   Σύμφωνα με την προηγηθείσα ανάλυση η διάταξη των εκθεμάτων και το σχετικό πληροφορικό- διδακτικό υλικό θα αναπτυχθεί στον χώρο βάσει των παρακάτω  θεματικών

1.  Τεχνογνωσία -Τεχνολογία .

   Κεντρικός άξονας αυτής της θεματικής είναι η παράθεση της «τεχνολογικής αλυσίδας» της συγκεκριμένης ορεινής κοινωνίας. Αυτή αποσκοπεί στην δημιουργία μίας συνολική αντίληψης των τεχνολογικών της δυνατοτήτων. Συνεπώς αυτή η παράθεση σε μία συγκεντρωτική έκθεση των εργαλείων που χρησιμοποιούνταν από τα παραγωγικά συστήματα της περιοχής  αποσκοπεί στη πληροφόρηση αναφορικά με τα επίπεδα  της τεχνικής –τεχνολογικής  εξειδίκευσης και εξέλιξης αυτού του πολιτισμού. Δομικό στοιχείο της συγκριμένης θεματικής  θα είναι η διάκριση των εκθεμάτων βάσει των δύο παρακάτω χρονολογικών    εξελικτικών  φάσεων:

α. εργαλεία, μηχανισμοί και μηχανές της προβιομηχανική  περιόδου

β. εργαλεία, μηχανισμοί και μηχανές που αναδεικνύουν την μετάβαση στην σύγχρονη βιομηχανική περίοδο. 

Συγκεκριμένα: Αυτή η διάκριση επιβλήθηκε από τις ίδιες τις διαστάσεις που παρουσιάζει η εξέλιξη της τοπικής τεχνολογίας . Σχετικές μελέτες φανέρωσαν ότι σε ορισμένους παραγωγικούς κλάδους της προβιομηχανικής περιόδου σημειώθηκαν τεχνικές βελτιώσεις που οδήγησαν ακόμη και στην ανάπτυξη μίας σχετικά εκμηχανισμένης παραγωγής.

Η αναζήτηση του τεχνολογικού υπόβαθρου αυτής της εξέλιξης συνδέεται άμεσα με εφαρμογές της υδροκίνητης τεχνολογίας η οποία αποτέλεσε και την αιχμή της τεχνικής έκφρασης του προβιομηχανικού κόσμου της  Πίνδου.

Αξίζει να επισημανθεί ότι σχετικές έρευνες διαπίστωσαν ότι  στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα (τελευταίο περίοδο εφαρμογής της σχετικής τεχνολογίας) εντοπίζονται στην περιοχή 23 θέσεις υδροκίνητων εργαστηρίων εντός των οποίων λειτούργησε κάθε τύπος υδροκίνητου μηχανισμού που αναπτύχθηκε από τις ορεινές κοινωνίες της Πίνδου.

Αυτοί οι μηχανισμοί αποτελούσαν την βάση για την επεξεργασία ή μεταποίησης προϊόντων που προέρχονταν από διαφορετικούς παραγωγικούς κλάδους. Η λειτουργία τους, παρά τις τεχνικές διαφοροποιήσεις και εξελίξεις που παρατηρούνται ανά είδος, βασίζονταν σε μία κοινή τεχνολογική αρχή η οποία σχετίζεται με τις εφαρμογές της κινητικής ενέργειας του νερού.

Τα ελάχιστα απομεινάρια αυτών των εργαστηρίων που σώζονται  ακόμη στον χώρο γύρο από τον οικισμό συνθέτουν την εικόνα ενός ιδιότυπου πάρκου προβιομηχανικής τεχνολογίας.

Οι μεμονωμένες  αναστηλωτικές προσπάθειες που έγιναν δεν μπορούν να μας δώσουν μία ολοκληρωμένη αντίληψη αναφορικά με αυτή την τόσο σημαντική την επιβίωση της  τοπικής κοινωνίας τεχνολογία.

Αυτή η διαπίστωση κατέστησε αναγκαία την δημιουργία ενός χώρου στο υπό ίδρυση  μουσείο όπου θα δίδονται οι συνολικές διαστάσεις αυτής της τεχνολογίας.  Συγκεκριμένα εκτός από πραγματικές αναπαραστάσεις όλων των τύπων των υδροκίνητων μηχανισμών και μηχανών που λειτουργούσαν στην περιοχή (νεροτριβές, μαντάνια, νερόμυλοι, υδροπρίονες )  ο σχετικός χώρος θα εμπλουτιστεί και με ένα πλούσιο πληροφορικό υλικό που θα συμπεριλαμβάνει φωτογραφικό υλικό με τα εναπομείναντα δείγματα, σχεδιαστικές αναπαραστάσεις, χάρτες με τις τοποθεσίες ανάπτυξής τους, πίνακες με τεχνολογικούς όρους καθώς και  ψηφιακή απεικόνιση της λειτουργίας τους όπου θα διδάσκονται οι τεχνικές προϋποθέσεις και γνώσεις του τοπικού πολιτισμού επί της υδροστατικής τεχνολογίας. 

Σκοπός της παρούσης ενότητας είναι να αποκτήσει ο επισκέπτης μία συνολική  αντίληψη των τεχνολογιών αιχμής των προβιομηχανικών πολιτισμών της Πίνδου.

    Καθοριστικός παράγοντας για την διάκριση αυτής της θεματικής σε προβιομηχανική και βιομηχανική φάση αποτέλεσε όπως ήδη αναφέρθηκε το γεγονός  ότι το Μέτσοβο αποτελεί μία από τις  ελάχιστες ορεινές περιοχές όπου πολλά από τα  παραδοσιακά παραγωγικά συστήματα μετεξελίχθηκαν σε μία σύγχρονη βιοτεχνική υποδομή.

Η ύπαρξη ειδικού χώρου όπου θα παρουσιάζονται οι πρώτοι σύγχρονοι μηχανισμοί, οι οποίο αντικατέστησαν μία  τεχνολογία αιώνων, αποσκοπεί στο να δημιουργηθεί μία ολοκληρωμένη αντίληψη της τεχνολογικής μετάβασης του ορεινού κόσμου.  Παράλληλα θα αποτελεί εφαλτήριο για τον επισκέπτη να μεταβεί σε σύγχρονες βιοτεχνικές μονάδες της περιοχής ολοκληρώνοντας έτσι την αντίληψή του για  τεχνική- τεχνολογική εξέλιξη των παλαιών παραγωγικών συστημάτων.

Αυτή η μετάβαση θα διευκολύνεται από σχετικές πληροφορίες και οδηγίες.

 

2. Παραγωγικά συστήματα – τεχνικές  και τεχνολογία 

Η μελέτη των τεχνικών συστημάτων της περιοχής, βασικής παραμέτρου στη διαμόρφωση κάθε κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης, αποκάλυψε ένα φάσμα διαφοροποιημένων παραγωγικών διαδικασιών και αντίστοιχων τεχνικών τεκμηριώνοντας έτσι το πεδίο των αφηγήσεων που αναφέρονταν σε ένα αγροτικό κόσμο που διακρίνονταν για τον παραγωγικό του πολυμορφισμό. Αυτή διάσταση θα αποτελέσει το κεντρικό άξονα της δεύτερης  θεματικής που θα δημιουργηθεί στον υπό ίδρυση «μουσειακό χώρο».

Μέσα από την ταυτοποίηση των τεχνικών ( η οποία αρχίζει με την αναγνώριση των τεχνικών πράξεων) θα δίδεται η σχέση τους με τα παραγωγικά συστήματα.  Η πολυπλοκότητα αυτή της θεματικής επιβάλει αυτή  διακριθεί σε διακριτές ενότητες βάσει των παρακάτω  αγροτικών-βιοτεχνικών παραγωγικών συστημάτων.

α.  Ξυλουργία 

Ο παμπάλαιος ξυλουργικός κλάδος του Μετσόβου (οι πρώτες αναφορές χρονολογούνται  από το 1500)  αποτέλεσε τον φορέα μίας διαφορετικής οικονομικής αντίληψης σε σχέση με αυτήν που αντιπροσώπευαν τα οι τεχνικές ομάδες του «ξύλου» στην  υπόλοιπη ορεινή  Ελλάδα.

Δομημένος ήδη κατά την οθωμανική περίοδο σε μία βιοτεχνική βάση κατέστη παράγοντας καινοτομικών δράσεων στη χρήση των παραδοσιακών τεχνολογιών. Η  τεχνολογική – παραγωγική διεργασία που συμβολίζει με το καλύτερο τρόπο αυτή την δράση ήταν η κατασκευή υδροκίνητων ξυλουργείων, δηλαδή μονάδων παραγωγής ξυλουργικών προϊόντων που κινούνταν με νερό.

Γενικότερα η τεχνική και βιοτεχνική οργάνωση της επεξεργασίας του ξύλου από τους κατοίκους του Μετσόβου φέρει στοιχεία μοναδικότητας γεγονός που θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηρίσει την ορεινή πολίχνη ως «πόλη της ξυλουργίας». Αποστολή του υπό ίδρυση «μουσειακού χώρου» αναφορικά με τον συγκεκριμένο παραγωγικό κλάδο είναι να δώσει την πλήρη διάσταση της ξυλουργικής τέχνης και της οικονομικής της σημασία για τον ορεινό χώρο τόσο κατά το παρελθόν όσο και σήμερα.

Σημαντικό στοιχείο αναφορικά με την τεκμηρίωση αυτής την θεματικής αποτελεί το ίδιο το κτήριο όπου θα στεγαστεί το υπό ίδρυση μουσείο εφόσον  αποτελεί συμβολικό χώρο για την  τεχνολογική και παραγωγική διάσταση της ιστορίας  της τοπικής ξυλουργίας.

Η δημιουργία του στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ως η μοναδική σύγχρονη ξυλουργική μονάδα της Ηπείρου αλλά του ευρύτερου χώρου, επισφράγισε τη τεχνολογική εξέλιξη αυτού του κλάδου και σηματοδότησε οριστικά την μετάβασή του στη  σύγχρονη εποχή.

Οι υποδομές και οι μηχανισμοί που διασώζονται εντός αυτού θα αποτελέσουν τον πυρήνα για την ανάπτυξης της ενότητας που αφορά την  ξυλουργία. Η σχετική παράθεση των αντικειμένων θα βασίζεται τόσο στην εξέλιξη της σχετικής τεχνολογία όσο και στις επιμέρους εξειδικεύσεις.

 Η πλαισίωση αυτής της θεματικής θα περιλαμβάνει μηχανές και μηχανισμούς, συλλογές εργαλείων, δείγματα της ξυλουργικής παραγωγής, πίνακες με τεχνική ορολογία, φωτογραφικές και ηλεκτρονικές απεικονίσεις καθώς και οδηγίες για την επίσκεψη στα παλιά υδροκίνητα ξυλουργία (μοναδικά δείγματα της προβιομηχανικής τεχνολογίας της περιοχή) όπως και στις σύγχρονες ξυλουργικές μονάδες και σε χώρους του οικισμού όπου διασώζονται μοναδικές  δημιουργίες  τεχνιτών του ξύλου από τους προγενέστερους αιώνες.

Τέλος θέλω να επισημάνω ότι αυτή η θεματική θα αποτελεί το μοναδικό σημείο στον Ελλαδικό χώρο όπου ο επισκέπτης θα αποκτά διδακτική γνώση αναφορικά με την ιστορική εξέλιξη της ξυλουργική τέχνη και την τεχνική-βιοτεχνική της οργάνωση.

β.  Βιοτεχνική κατεργασία της  κτηνοτροφικής  παραγωγής.  

   Τυροκομία. Η ιστορία της τυροκομικής παραγωγής του Μετσόβου κατέχει μία μοναδικότητα. Αποτελεί τον πρώτη σχετική βιοτεχνία που παρήγαγε ευρωπαϊκού τύπου τυριά πολυτελείας. Οι πρώτοι μηχανισμοί και τα εργαλεία αυτής της πρωτοπόρας  τυροκομικής παραγωγής στον ελλαδικό χώρο ( έλαβε χώρα στις αρχές της δεκαετίας του  1950)  αποτελούν πλέον κτήμα του υπό ίδρυση μουσειακού χώρου.

Με  πυρήνα αυτά τα αντικείμενα θα αναπτυχθεί στον χώρο του υπό ίδρυση μουσείου η τεχνική της τυροκόμησης  βάση παλιών παραγωγικών δεδομένων και της εξελικτικής της πορείας. Δηλαδή θα αναπαρασταθεί η υποδομή των χώρων όπου γινόταν η παραδοσιακή τυροκόμηση.

Ωστόσο το γεγονός ότι η παραδοσιακή τυροκόμηση αποτελούσε μία μεταποιητική διαδικασία που ασκούνταν  εν μέρει η και καθ’ ολοκλήρου στους τόπους εγκατάστασης των κτηνοτροφικών μονάδων η ενότητα αυτή θα περιλαμβάνει και την παρουσίαση όλων των σχετικών με την κτηνοτροφία τεχνικών καθώς και σχετικών αντικειμένων.

Αυτή η παράθεση δεν αποσκοπεί σε μία λαογραφική συλλογή αντικειμένων κτηνοτροφικής χρήσης αλλά στον να καταστήσει τον επισκέπτη κοινωνό των ιδιαιτεροτήτων το τοπικού μοντέλου κτηνοτροφίας. 

Δεδομένου ότι αυτό ελάχιστα έχει επισημανθεί από τους μελετητές ο υπό ίδρυση μουσειακός χώρος θα αναδείξει μία επιχειρηματικού τύπου κτηνοτροφία που σπάνια απαντάται σε αυτόν παραδοσιακό κλάδο.

Συγκεκριμένα στην περιοχή του Μετσόβου, ήδη από τον 18ο αιώνα, ο χώρος της μεγάλης κτηνοτροφίας, παρά το ότι ως προς την τεχνική του συγκρότηση βασίζονταν στην δομή του «τσελιγκάτου», ως προς την ιδιοκτησιακή του δομή συνιστούσε κεφάλαιο μίας εμπορικής επιχειρησιακής δραστηριότητας.

Οι οικονομικές διαστάσεις αυτού του μοντέλου εντάσσονται σε μία ευρύτερη ζωεμπορική δραστηριότητα των Μετσοβιτών κατά την οθωμανική περίοδο  οι διαστάσεις της οποίας άγγιζαν τα καταναλωτικά – εμπορικά  κέντρα της Κων/πολης και των παραδουνάβιων χωρών.

Παράλληλα μέσα από την γνώση του συγκεκριμένου κτηνοτροφικού μοντέλου ο επισκέπτης θα έχει την ευκαιρία να γνωρίσει μέσα από έγγραφα και χάρτες το παμπάλαιο καθεστώς διανομής της κτηνοτροφικής γης του Μετσόβου γεγονός που θα τον εξοικειώσει με μία από τις βασικές οικονομικές και κοινωνικές συνιστώσες για την επιβίωση της μεγάλης κτηνοτροφία και κατ’ επέκταση του ορεινού κόσμου συνολικά.  

   Υφαντουργία.  Ως τις αρχές του 20ου αιώνα το σύνολο σχεδόν του ιματισμού καθώς και αντίστοιχα του ρουχισμού των σπιτιών του Μετσόβου κατασκευάζονταν επί τόπου με βάση το μαλλί. Επίσης τα  8 μαντάνια και οι 6 νεροτριβές που καταγράφηκαν να λειτουργούν στην περιοχή κατά το χρονικό διάστημα 1900-1970 υποδηλώνουν την παρουσία μίας σημαντικής υφαντουργικής παραγωγής.

Ας σημειωθεί ότι η υφαντουργική τέχνη αποτέλεσε παράλληλα μέσο για την απόκτηση συμπληρωματικού εισοδήματος για τα τοπικά νοικοκυριά. Μάλιστα η ανάπτυξη του τουρισμού έδωσε σε αυτή τη παραδοσιακή οικοτεχνία νέα διάσταση και εξασφάλισε την συνέχισή της έως τις πρόσφατες δεκαετίες.

Τα ανωτέρω παραδείγματα φανερώνουν ότι, η τέχνη της υφαντουργίας όχι μόνο υπηρετήθηκε από το σύνολο του πληθυσμού της κωμόπολης αλλά και ότι συνέχισε να λειτουργεί έως και πρόσφατα. Ωστόσο παρά τις οικονομικές διαστάσεις αυτής της δραστηριότητας οι τεχνικές επεξεργασίας του μαλλιού παρέμειναν απαράλλακτες στου αιώνες και μάλιστα υπήρξαν φορείς μίας πανάρχαιας τεχνικής και ειδικής ορολογίας.

Σήμερα τα εργαλεία της υφαντικής που διασώζονται ακόμη στις αποθήκες των σπιτιών του Μετσόβου και των όμορων οικισμών μπορεί να προσμετρώνται σε χιλιάδες.

Στη ενότητα για την υφαντουργία, το υπό ίδρυση μουσείο, θα περιλαμβάνει ειδικό χώρο όπου εκτός της παρουσίαση των παλαιοτέρων εργαλείων που διασώζονται στον οικισμό θα γίνεται ειδική αναφορά στις τεχνικές επεξεργασίας του μαλλιού από το αρχικό στάδιο που ταυτίζεται με την κουρά των προβάτων, τα ενδιάμεσα στάδια που οδηγούν στην κατασκευή υφαντών από τους αργαλειούς και τέλος το στάδιο της πίλησης στο μαντάνι και τη νεροτριβή. 

γ. Ορεινή γεωργία.

Η δυναμικότητα και πολυπλοκότητα των αγροτικών συστημάτων που είχαν αναπτυχθεί από τους κατοίκους του Μετσόβου αναδεικνύονται ιδιαίτερα στο παράδειγμα της «γεωργίας». Αυτοί παρά το ότι διέθεταν δυνατότητες ανάπτυξης μία αμιγούς κτηνοτροφικής οικονομίας προτίμησαν τη συνέχιση και ανάπτυξη του πολύμορφου αγροτικού συστήματος που εντοπίζουμε στην περιοχή ήδη από τα μεσαιωνικά χρόνια. Έτσι ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού έως τα μέσα του 20ου αιώνα εξακολουθούσε να καλλιεργεί αγρούς σε υψόμετρα  «αδιανόητα» για το μεγαλύτερο μέρος του ελλαδικού χώρου.

Στη σχετική ενότητα σκοπός του «μουσείου» δεν είναι μία απλή παρουσίαση των εργαλείων που χρησιμοποιούσε η τοπική γεωργία, αλλά να επισημάνουμε τις τεχνικές ιδιαιτερότητες της ορεινής της φύση. 

Τόσο η γεωργία όσο και η αμπελουργία και κηπευτική απαιτούσαν γνώση ενός ευρύτατου φάσματος τεχνικών ώστε να αποδώσουν καρπούς σε αυτό τον ορεινό τόπο. Αξίζει να επισημάνουμε ότι η περιοχή διέθετε και διαθέτει ακόμη αξιόλογους αμπελώνες, οι οποίοι είναι αν όχι οι υψηλότεροι, από τους υψηλότερους υψομετρικά του ελλαδικού χώρου.

Μπορεί σήμερα το Μέτσοβο να διαθέτει σύγχρονο οινοποιείο αλλά δεν έχει περάσει πολύς καιρός όπου δεν υπήρχε κελάρι σπιτιού χωρίς κρασοβάρελα. Αυτή διαπίστωση μας δείχνει ότι η οινοποίηση  αποτελούσε μία οικεία τεχνική για κάθε νοικοκυριό. Το απόθεμα των βαρελιών και των κάδων που διασώζονται  σήμερα, όλα προϊόντα της τοπική βιοτεχνίας βαρελιών, είναι πολύ μεγάλο.

Αυτή η διάσταση της οινοποιίας μας αναδεικνύει ένα ακόμη στοιχείο αναφορικά με την τοπική οικονομία αυτό της συμπληρωματικότητας των βιοτεχνικών και αγροτικών δομών της.

Στη συγκεκριμένη ενότητα το υπό ίδρυση  Μουσείο εκτός από την παρουσίαση των εργαλείων των τεχνικών και των παραγωγικών ιδιαιτεροτήτων της αγροτικής οικονομίας του βουνού θα παρατίθεται και χάρτης με το παμπάλαιο αρδευτικό σύστημα του Μετσόβου η παρουσία του οποίου τεκμηριώνεται εδώ και τρις αιώνες. Αποτελεί ένα από τα λίγα  αρδευτικά συστήματα του ορεινού χώρου που έχουν καταγραφεί και διασωθεί ακέρια.

Συμβολικά και με ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον  στοιχεία αυτού του συστήματος αποτελούν σήμερα οι βρύσες του οικισμού.

3. Ειδικές ενότητες

     Ο κόσμος των αγωγιατών.  Οι παλιοί κάτοικοι της περιοχής γνωρίζουν καλά ότι η επιτυχία της αυτού του επαγγέλματος προϋπόθετε ορισμένες βασικές αγροτικές, ζωοτροφικές και βιοτεχνικές προϋποθέσεις.

Συγκεκριμένα απαιτούνταν η καλλιέργεια ζωοτροφών, η εκτροφή και παραγωγή ιπποειδών, η κατοχή τεχνικών εξημέρωσης των ζώων, η  διάθεση πρώτης ύλης για την κατασκευή ειδών ιπποσκευής (δέρματα για εξαρτήματα, ξύλα για τη σαμάρια, υφάσματα για την επένδυσή τους και καλάμια βρίζας για την γέμισή τους) καθώς και εργαστηρίων για την κατασκευή ειδών ιπποσκευής ( βυρσοδεψεία, ξυλουργεία ).

Ως και τα μέσα του 20ου αιώνα η οικονομία του Μετσόβου συντηρούσε όλες τις ανωτέρω προϋποθέσεις για αυτό και οι κάτοικοι του οικισμού είχαν αποκτήσει την φήμη ξακουστών αγωγιατών. Στις αρχές του 19ου αιώνα στα εμπορικά κέντρα του οθωμανικού κόσμου και των παραδουνάβιων περιοχών η λέξη «Μετσοβίτης» ταυτίζονταν με το επάγγελμα του αγωγιάτη ή του ιδιοκτήτη καραβανιών, ενώ στις αρχές του 18ου αιώνα οι Μετσοβίτες είχαν συγκροτήσει το μοναδικό ως τώρα γνωστό στους ιστορικούς ρουφέτι αγωγιατών.

Παρά τη σημαντική προσφορά αυτών των καραβιών της στεριάς στην ανάπτυξη της εμπορικής κοινωνίας του νέου ελληνισμού σήμερα οι μελέτες σχετικά με αυτό τον κλάδο είναι πενιχρές.

Σε αυτό το σημείο το υπό ίδρυση μουσείο μπορεί να διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο.  Θα καταστεί ο πρώτος χώρος όπου εκτός από την έκθεση των εξαρτημάτων των υποζυγίων θα δίδεται στον επισκέπτη η ευκαιρία μία πλήρης επίγνωσης των ειδικών οικονομικών και τεχνικών προϋποθέσεων για την ανάπτυξη του αγωγιατισμού. 

Αυτή η παρουσίαση θα πλαισιώνεται επιπλέον με σε ειδικούς χάρτες όπου θα απεικονίζονται εμπορικά δίκτυα των αγωγιατών του Μετσόβου στον οθωμανικό και ευρωπαϊκό χώρο.    

Ο Βιοτεχνικός κόσμος 

Εργαστήρια .

Η συγκεκριμένη ενότητα αποσκοπεί στην αναπαράσταση( δομή και οργάνωση) των εργαστηρίων και βιοτεχνιών που λειτουργούσαν στα πλαίσια του συστήματος της ορεινής  οικονομίας. Ορισμένα από αυτά λειτουργούσαν ως συμπληρωματικά συστήματα τεχνικής ή δομικής υποστήριξης των υπολοίπων παραγωγικών κλάδων ενώ άλλα συνιστούσαν αυτόνομους μεταποιητικού κλάδους.

Αν και στη περιοχή αναπτύχτηκαν εργαστήρια διαφόρων ειδικοτήτων στο  υπό ίδρυση μουσείο θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην παρουσίαση των εργαστηρίων που, λόγω του αριθμού τους , συνιστούσαν αυτόνομους βιοτεχνικούς κλάδους, αλλά και σε αυτά που λειτουργούσαν ως βοηθητικές υποδομές ευρύτερων παραγωγικών συστημάτων.

Συγκεκριμένα θα πραγματοποιηθεί η πραγματική ή εικονικής αναπαράσταση των εργαστηρίων της σιδηρουργίας (καμίνια), της ξυλουργίας  και των  εργαστηρίων που σχετίζονταν με τη μεταποίηση και επεξεργασία των αγροτιών προϊόντων.

α. Σιδηρουργεία (καμίνια):  Εντύπωση προκαλεί σε διάφορους ερευνητές η λειτουργία στο Μέτσοβο 22 καμινιών από τα τέλη του 19oυ αιώνα έως και τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Φυσικά, αν γνώριζαν την πολυπλοκότητα της ορεινής οικονομίας και τις ανάγκες της ντόπιας βιοτεχνίας σε πάσης φύσεως εργαλεία, δεν θα τους προκαλούσε εντύπωση ο αριθμός των σιδηρουργείων του Μετσόβου που εξυπηρετούσαν όχι μόνο τους κατοίκους του Μετσόβου, αλλά και ένα μεγάλο αριθμό χωριών της κεντρικής Πίνδου.

Στο χώρο του υπό ίδρυση Μουσείου θα γίνει  αναπαράσταση ενός πλήρους εργαστηρίου της σιδηρουργίας. Παράλληλα εκτός  από τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν οι σιδηρουργοί θα εκτίθενται όλο φάσμα των εργαλείων και  προϊόντων που κατασκευάζονταν σε αυτούς τους χώρους.

β. Εργαστήρια ξυλουργίας. Το θέμα της παρουσίασης των βιοτεχνικών υποδομών της ξυλουργίας είναι αρκετά πολύπλοκο λόγω των οικονομικών διαστάσεων του συγκεκριμένου κλάδου, των τεχνολογικών καινοτομιών αλλά και των πολλών εξειδικεύσεων.

Συγκριμένα η κατεργασία του ξύλου γινόταν α. στον φυσικό χώρο υλοτόμησης  β.  σε εργαστήρια που στήνονταν παλιότερα  στα υπόγεια των σπιτιών και αργότερα σε αυτόνομους χώρους και γ. σε ξυλουργικές μονάδες όπου η παραγωγική τους δυναμικότητα  βασίζονταν σε μία σχεδόν εκμηχανισμένη παραγωγή.

Επειδή ο κλάδος της ξυλουργίας αποτελεί βασικό αντικείμενο προαναφερθέντων θεματικών η συγκριμένη ενότητα θα επικεντρωθεί μόνο την παρουσίαση των εργαστηριακών υποδομών αυτού του τομέα.

Θα παρουσιαστεί έτσι όλο το φάσμα των χώρων εξεργασίας τόσο στον φυσικό χώρο (εγκαταστάσεις σε δάση) όσο και σε  κλειστούς χώρους ( οικιακά εργαστήρια και αυτόνομα ξυλουργεία ).

Επίσης θα γίνει παρουσίαση των εργαστηρίων των εξειδικεύσεων και των προϊόντων που παρήγαγαν. έτσι έχουμε α. το εργαστήριο του βαενά (κατασκευαστή κάθε μορφής βαρελιού,  κάδου ή ξύλινου αντικειμένου  που βασίζεται στην τεχνική του βαρελιού β. το εργαστήριο του νταβαντζή (κατασκευαστή κάθε μορφής αντικειμένου, επίπλου εξοπλισμού, ή δομικής κατασκευής των οικιών) γ. το εργαστήριο του ταλιαδούρου (σκαλιστή) δ. το εργαστήριο του σαμαρτζή (κατασκευαστή όλων των ξύλινων εξαρτημάτων για τη κατασκευή σαμαριών ε. τη παραγωγική οργάνωση μίας υδροκίνητης ξυλουργική μονάδας. 

 

   γ. Εργαστήρια μεταποίησης και επεξεργασίας των αγροτιών προϊόντων. Η συγκεκριμένη υποενότητα συνδέεται κυρίως με ορισμένες εφαρμογές της υδροκίνητης τεχνολογίας. Συγκριμένα αφορά την αλευροποίηση των δημητριακών και την πίληση επεξεργασία των υφαντών.

Όπως ήδη αναφέρθηκε η συγκριμένη τεχνολογία και οι μηχανισμοί θα αναπτυχθούν σε ειδική θεματική. Στην παρούσα ενότητα θα παρουσιαστούν μόνο οι κτιριακές και βοηθητικές δομές των εργαστηρίων που στέγαζαν αυτούς τους μηχανισμούς . Παράλληλα ο επισκέπτης θα έχει τη δυνατότητα να πληροφορείται για τις τεχνικές και οικονομικές προϋποθέσεις  ανάπτυξης των σχετικών εργαστηρίων.

Τέλος θα δίνονται οδηγίες ώστε ο επισκέπτης να μεταβεί στα σημεία όπου έχουν ανακατασκευαστεί ορισμένα από τα συγκεκριμένα εργαστήρια.

 

Τεχνικές ομάδες.

 

 Επειδή διασώζονται πολλές συλλογές εργαλείων που χρησιμοποιούνταν είτε σε εργαστήρια είτε στους χώρους εργασίας από διάφορες ειδικότητες τεχνιτών (χρυσοχόοι, ασημουργοί, βυρσοδέψες, κτιστάδες, ραφτάδες, μαχαιροποιοί, αγιογράφοι  κλπ.)  έχει προβλεφθεί ειδικός χώρος όπου όχι μόνο θα εκτίθενται αυτές οι συλλογές και επιπλέον θα δίδονται πληροφορίες για τις τεχνικές , οικονομικές και γεωγραφικές διαστάσεις της δράσης αυτών των ομάδων η οποία ξεπερνούσε κατά πολύ τα όρια της Πίνδου.   

 

3. Ο οικονομικός χώρος του ορεινού κόσμου

   Η συγκεκριμένη θεματική θα διατάσσεται στον χώρο κατά τρόπο ώστε να παρουσιάζεται τελευταία στον επισκέπτη. Έχοντας μία κυρίως θεωρητική – εκπαιδευτική διάσταση αποκοπεί στο να αποκτά πλέον ο επισκέπτης μία ολοκληρωμένη  αντίληψη για την οικονομία και κοινωνία του ορεινού χώρου.

 Έχοντας, γνωρίσει και κατανοήσει, μέσα από την προηγηθείσα περιήγησή του στον χώρο του «μουσείου» το τεχνικό - τεχνολογικό και παραγωγικό υπόβαθρο του προβιομηχανικού κόσμου της Πίνδου θα του προσφέρεται πλέον η δυνατότητα να αντιληφθεί την σχέση του με τις περιβαλλοντολογικές, κοινωνικές και ιστορικές διαστάσεις του ορεινού κόσμου.

Μέσα από φωτογραφικές και ψηφιακές απεικονίσεις, σχέδια και χάρτες βασισμένα σε ερευνητικές προσεγγίσεις ειδικών επιστημόνων θα αναπτύσσεται η λειτουργία της ορεινής οικονομίας στο πλαίσιο του οθωμανικού κόσμου και οι οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντολογικές και οικιστικές προεκτάσεις της.

Σκοπός αυτή της θεματικής είναι να κατανοηθεί ο ειδικός ρόλος του  τεχνικού - τεχνολογικού του υπόβαθρου που διέθετε ο ορεινός κόσμος στην ανάπτυξή του οικονομικού του χώρου και κατ’ επέκταση στην ανάδειξή του ως μία από τις σημαντικές συνιστώσες συγκρότησης του νεότερου ελληνισμού.

 

Φάνης Δασούλας 

    Ιούλιος 2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου